Wednesday, September 27, 2006

Παπαδιαμαντικά ΙI

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης μεταφρασθείς

Πραγματικά, λίγο με νοιάζει αν ο Παπαδιαμάντης θεωρείται από μελετητές και ειδικούς ως ο μεγαλύτερος Έλληνας ή Ευρωπαίος διηγηματογράφος. Για μένα ο Παπαδιαμάντης αγγίζει την τελειότητα, όντας τόσο σπάνια ανθρώπινος, τόσο βαθειά πανανθρώπινος και διαρκής που εξυψούται στη σφαίρα του θεϊκού, στο Πάνθεον των μεγίστων και αληθινών.

Ο Οδυσσέας Ελύτης στο βιβλίο του ‘Η Μαγεία του Παπαδιαμάντη’:

«Δε βρίσκεις ποτέ δύο βότσαλα που ν΄ αντιμάχονται το ένα το άλλο, δύο αγριολούλουδα που ο συνδυασμός τους να μην αποτελεί αρμονία· και αυτό είναι το θαύμα. Ίδιο, είτε σκύβεις πάνω από τα καθαρά νερά μιάς χαλικόσπαρτης ακρογιαλιάς, όπως είναι τα Λαλάρια της Σκιάθου, είτε πάνω από τα φραστικά σχήματα που φωτίζουν το βυθό στα διηγήματα του Παπαδιαμάντη. Αθωότητα έτσι κι αλλιώς. Η γλυπτική εντέλεια και η συμμετρική γειτονία των λείων –μωβ, ροζ, λευκών, μαύρων- λαμπερών σωμάτων δεν επιδέχεται κριτική, όπως και οτιδήποτε άλλο δείχνει να έχει βγει από το χέρι του θεού. Το ερώτημα είναι: πως αυτό που, βέβαια, οφείλεται στην απουσία κάθε ανθρώπινης επέμβασης, το ξαναβρίσκεις άξαφνα σ’ ένα δημιούργημα βγαλμένο από τη βούληση ενός ανθρώπου;»

Πέρα από την καταφανή στα διηγήματα του, απαράμιλλη συγγραφική δεινότητα και τη καινοφανή ιδιωματική δόμηση (καθότι δεν ακολουθεί τους ‘ορθούς’ παραδεδεγμένους παγιωμένους τρόπους δόμησης της εποχής του αλλά τα διηγήματά του διαρθρώνονται με μια αυτόνομη ‘δενδροειδή’ νομοτέλεια–σε αυτό θα επανέλθουμε σε επόμενο post), την ιδιότυπη πλην ελκυστική θεματολογία, το ήθος, το ύφος και αμέτρητες άλλες αρετές, η γραφή του μεγάλου τεχνίτη διαπνέεται από αυτά που ήταν ανέκαθεν σπάνια και ανεκτίμητα και μόνο σε τεχνίτες της αυτής στάθμης απαντώνται: Ψυχή, Αισθήσεις, Μουσική. Με άλλα λόγια: αληθινή, αγνή, ανόθευτη Ποίηση. Αυτό είναι που κάνει τον αναγνώστη να βιώνει μια άρρητη μύχια ικανοποίηση, μια απροσδιόριστη αίσθηση επαφής με το τέλειο, με το θείο –να ο πραγματικός ορισμός του θείου: θεός είναι ο αληθινός άνθρωπος, ο κατά τον Ελύτη λευκοφόρος. Το ίδιο δηλαδή που βιώνεται στην ακρόαση της μουσικής του Bach: δεν το χωράει ο νους πως αυτή η μουσική είναι τόσο θεϊκά τέλεια και συνάμα τόσο βαθειά ανθρώπινη και διεισδυτική. Και η γραφή του Παπαδιαμάντη είναι –κυριολεκτώ– Μουσική: έχει ρυθμούς και μελωδίες...

«Πελώριον κύμα, λυσσωδέστερον των άλλων, εκορυφώθη ου μακράν της ακτής, μανιώδες, παφλάζον, μετά ροίβδου φοβερού ρηγνύμενον κατά του βράχου, αφήσαν οπίσω τους ασθενεστέρους του συντρόφους, αναλαβόν δι’ εαυτό τον αγώνα, ως αν έτρεφε ατομικόν πάθος κατά του ελαφρού σκάφους, ελεεινού φελλού, περιφέροντος εν εαυτώ, προς τη συμφυεί ελαφρότητι του ξύλου, και την τρικέφαλον κουφότητα των ναυβατών. Σφοδρότατος Εύρος είχεν αρχίσει να φυσά από της δείλης, συρίσων λυσσωδώς εις θάλασσας και ηπείρους, συσφίγγων και περιελίσσων εγγύθεν τα κύματα, εμβάλλων δίνας και στροβιλισμούς εις το πέλαγος, πεδίον άπειρον ασπόνδου πολέμου, όπου δυσδιάκριτον ήτο το τε ορμητήριον και η κατεύθυνσις του εχθρού.»

Το εργαλείο του λογοτέχνη είναι γλώσσα, η οποία στη περίπτωση του Παπαδιαμάντη είναι πολυδιάστατη, πολύπτυχη και αδέσμευτη: βάση της αποτελεί η λόγια γλώσσα της εποχής του αλλά εγγίζοντας συχνά τη δημοτική, η χρήση ομηρικών λέξεων συνυπάρχει με το καθημερινό σκιαθίτικο ιδίωμα, η παράθεση ρήσεων της Αγίας Γραφής με την ακαταλαβίστικη γλώσσα των ναυτικών. Όλες αυτές οι διαφορετικές γλωσσικές πτυχές, εκτυλισσόμενες πάντοτε επί του υποβάθρου της παλαιάς -για μας- ελληνικής γλώσσας συλλειτουργούν μαγικά χωρίς να αλλοιώνονται. Η δε παλαιά γλώσσα, η οποία υπήρξε εύκαμπτη και ελαστική, μπορεί να αντλεί υλικά με παραγωγικό τρόπο από την αρχαία γλώσσα, χωρίς όμως στην περίπτωση του Παπαδιαμάντη να γίνεται απρόσιτη και άκαμπτη. Ο αλχημιστής Παπαδιαμάντης μετουσιώνει τη γλώσσα σε ήχους μαγικούς και αισθήσεις πρωτόγνωρες.

«Ο ορίζων είχε συσκοτισθεί ήδη πριν δύση ο ήλιος, και ουρανός μολύβδινος, στυγνός και αφεγγής, εκρέματο ύπερθεν αγρίως μαινομένου πελάγους, άφωνος επί βρέμοντος, ακίνητος επί συνταραττομένου, ως θόλος σκοτεινού τζαμίου επί δαπέδου ορχουμένων δερβισών. Είτα κατείλθε κατά μικρόν η νυξ, συγχέουσα και συγκαλύπτουσα δια της αμέτρου μαυρίλας της την αταξίαν της πλάσεως, κρύπτουσα επάνω τους αστέρας και κάτω τας ηπείρους και τας θάλασσας»

Το βέβαιο είναι ότι ο Παπαδιαμάντης και η παπαδιαμαντική γλώσσα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα. Αν απαλείψεις τη γλώσσα του έχεις εξαφανίσει τη μαγεία, έχεις εκμηδενίσει τη μουσική. Αυτό δηλαδή που συμβαίνει με κάθε μεγάλο λογοτέχνημα που απάγεται από την πρότυπη γλώσσα και μεταφράζεται. Εδώ πάντοτε αρχίζει η γνωστή συζήτηση η οποία πάντοτε εξελίσσεται κοινότοπα: Άρα με την ίδια λογική να μη διαβάζουμε Σαίξπηρ σε μετάφραση εφόσον χάνουμε τη μαγεία του πρωτότυπου;: Αυτό είναι σοφιστεία, η παλαιά γλώσσα (αποφεύγω τον όρο καθαρεύουσα γιατί θυμίζει δικόγραφα και αρχιεπίσκοπο) είναι απίστευτα όμορφη και προσιτή αν ξέρεις στοιχειώδη ελληνικά. Κάθε προσπάθεια μετάφρασης στη νέα γλώσσα αποδίδει είτε ταυτολογίες με το πρωτότυπο είτε αλλοιώνει μέχρι καρικατούρας το χαρακτήρα και φυσικά εξαφανίζει τη μαγεία. Και αν θεωρήσουμε δυσνόητες τις αρχικές αράδες από το διήγημα ‘Ναυαγίων Ναυάγια’ που προηγούνται, –είναι άραγε τόσο δύσκολες;- ας πάρουμε ένα άλλο δείγμα: Την αρχή ενός από τα δημοφιλέστερα διηγήματα του Παπαδιαμάντη το οποίο τυχαίνει να είναι πρώτο στο απάνθισμα διηγημάτων των σοβαρών εκδόσεων ‘Δόμος’, και αφού πεισθούμε ότι χρειάζεται, ας επιχειρήσουμε μετάφραση στη νέα γλώσσα.

Φτωχός Άγιος

«Όταν είμεθα παιδία, μη έχοντες τι να κάμωμεν, διότι το χωρίον μας δεν είχεν άφθονα τα μέσα της ψυχαγωγίας, συνοδεύομεν πολλάκις τας μητέρας και τας θείας μας εις εκδρομάς ανά τους αγρούς και τους ελαιώνας, ή διημερεύομεν εις γραφικούς όρμους παρά τους αμμώδεις και ασπίλους αιγιαλούς, απλώς μόνον δια να παρενοχλώμεν και να χασομερούμεν με τας αταξίας μας τας φιλεργούς γυναίκας, τας ασχολουμένας εις το λεύκασμα των οθονών.»

Χρειάζεται όντως μετάφραση; Μα είναι ελληνικά! Ακόμα και αν κάποιος δεν γνωρίζει όλες τις λέξεις (για παράδειγμα τι είναι οι οθόνες –κοίτα να δεις τεχνολογία πριν εκατό χρόνια, λες να ήταν υγρών κρυστάλλων;{Οθόνη=λευκό –συνήθως λινό– λεπτό ύφασμα. Εξ’ ου και η κινηματογραφική οθόνη =παραπέτασμα προβολής, και από αυτό οποιοδήποτε μέσο προβολής ή απεικόνισης.} Εντάξει, κατέφυγες στο λεξικό αλλά κοίτα πόσα έμαθες!) μπορεί να ανοίξει ένα λεξικό, αν και τις περισσότερες φορές καταλαβαίνει το νόημα από τα συμφραζόμενα.
Αν ακόμα και τώρα το θεωρήσουμε αναγκαίο, ας επιχειρήσουμε μια στοιχειώδη μετάφραση:

«Όταν είμεθα παιδία, μη έχοντες τι να κάμωμεν, διότι το χωρίον μας δεν είχεν
{Όταν ήμασταν παιδιά, μην έχοντας τι να κάνουμε, μια που το χωριό μας δεν είχε}
άφθονα τα μέσα της ψυχαγωγίας, συνοδεύομεν πολλάκις τας μητέρας και τας θείας μας
{άφθονα μέσα ψυχαγωγίας, πολλές φορές συνοδεύαμε τις μητέρες μας και τις θείες μας}
εις εκδρομάς ανά τους αγρούς και τους ελαιώνας, ή διημερεύομεν εις γραφικούς όρμους
{σε εκδρομές στους αγρούς και τους ελαιώνες, ή περνούσαμε τη μέρα σε γραφικούς όρμους}
παρά τους αμμώδεις και ασπίλους αιγιαλούς, απλώς μόνον δια να παρενοχλώμεν και να
{στους αμμώδεις και αγνούς γιαλούς, απλά μόνο για να παρενοχλούμε και να}
χασομερούμεν με τας αταξίας μας τας φιλεργούς γυναίκας, τας ασχολουμένας εις το
{χασομερούμε με τις αταξίες μας τις εργατικές γυναίκες, που ασχολούνταν με το}
λεύκασμα των οθονών.
{ξάσπρισμα των σεντονιών.}
Εάν γειτόνισσα τις είχε τάξιμο ν’ ανάψει τα κανδήλια του δείνος αγροτικού
{Αν κάποια γειτόνισσα είχε τάξιμο ν’ ανάψει τα καντήλια κάποιου αγροτικού}
αγίου, χάριν του ξενιτευμένου ή θαλασσοπορούντος συζύγου της, εάν αγαθός τις ιερεύς
{αγίου, για χάρη του συζύγου που ταξίδευε στα ξένα ή τα πέλαγα, αν κάποιος καλός ιερέας}
μετέβαινε να λειτουργήσει εις εξωκκλήσιον, διευφεύγομεν την επίβλεψιν των γονέων
{πήγαινε να λειτουργήσει σε ξωκλήσι, ξεφεύγαμε από την επίβλεψη των γονιών}
μας και ετρέχομεν εθελονταί κατόπιν των ευλαβών προσκυνητριών, αίτινες
{μας και τρέχαμε από μόνοι μας πίσω από τις ευλαβείς προσκυνήτριες, οι οποίες}
εξεπλήττοντο αι ίδιαι ανακαλύπτουσες ημας συνοδοιπόρους, χωρίς άλλον εφόδιον, ειμή
{εκπλήσσονταν ανακαλύπτοντας ότι ήμασταν συνοδοιπόροι, χωρίς να έχουμε άλλο }
ολίγον άρτον, όν είχομεν κλέψει από το ερμάριον της πατρώας οικείας»
{εφόδιο, παρά λίγο ψωμί που είχαμε κλέψει από το ντουλάπι του πατρικού σπιτιού»}

Ας διαβάσουμε μόνο τη μετάφραση: Παρότι δεν άλλαξαν και πολλά πράγματα, εξατμίσθηκε όλη η μαγεία, η ευωδιά, η φρεσκάδα και η μουσική. Να στο πω διαφορετικά: είναι σα να μυρίζεις πλαστικό λουλούδι, και αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με το ότι δεν είμαι καλός μεταφραστής! Εξάλλου οι δυσκολίες είναι πολλές αν και κρυφές: Πως θα μεταφραστεί το «μη έχοντες τι να κάμωμεν»; Η μετοχή μπορεί να μεταφραστεί ποικιλοτρόπως: όταν/αφού/εφόσον/επειδή κλπ δεν είχαμε, ή με μετοχή :μην έχοντας –τι κακόηχο! Άλλωστε ένα από τα ωραία στο πρότυπο είναι η αμφισημία! Το «θαλασσοπορούντος»; Χρειάζεται αλήθεια μετάφραση; Παρότι δεν το χρησιμοποιούμε πια, όλοι καταλαβαίνουμε τι σημαίνει. (Εδώ χρησιμοποίησα μια εκδοχή του Π).

Εάν λοιπόν κρίνεται αναγκαίο, προτείνω να ξεκινήσουμε μια διαδικτυακή μεταφραστική συνάντηση! Και για αρχή, προτείνω να μεταφρασθούν τα δύο προηγηθέντα αποσπάσματα από τα «ναυαγίων ναυάγια».


Labels: ,

13 Comments:

Blogger Σελασφόρος said...

Δεκτά όλα τα σχόλια, δεκτοί και όλοι οι σχολιαστές, πόσο μάλλον οι εγκάθετοι! Ευχαριστώ!

1:38 PM  
Blogger cyrus said...

Το έχω ξαναπεί -- συμφωνώ επί της αρχής, αλλά θέτω τα εξής ερωτήματα:

1. Ποιος δεκαοκτάχρονος θα αγγίξει αυτό το κείμενο στην πρωτότυπη μορφή του;

2. Θέλουμε να διαβαστεί περισσότερο ο Παπαδιαμάντης (μια που είναι σαφώς καλύτερος από πολλούς σύγχρονους έλληνες συγγραφείς), ή δεν μας ενδιαφέρει αυτό;

3. Πιστεύεις πως η γλώσσα του Παπαδιαμάντη είναι η μητρική γλώσσα των παιδιών που γεννήθηκαν μετά το 1980 (ας πούμε);

Νομίζω πως βλέπεις το θέμα περισσότερο από τη σκοπιά του λάτρη της γλώσσας· έλα λίγο στη θέση του απλού αναγνώστη.

5:08 AM  
Anonymous Anonymous said...

Νομίζω,αγαπητέ cyrusgeo,οτι μια τόσο ιδιόρρυθμη παρουσία στα ελληνικά γράμματα όπως αυτή του εν λόγω 'ποιητή',αντλεί την αδιαμφησβήτητη διαχρονικότητά της κυρίως από το γνήσιο,πρωτότυπο και ακίβδηλο(όπως έχει χαρακτηρίστει από τον Ι.Μ.Παναγιωτόπουλο)ύφος της.
Χωρίς να θέλω να υποτιμήσω την ηθογραφική(κοινωνικοπολιτική)αξία του έργου του Παπαδιαμάντη(πράγμα αδιανόητο),αυτό που κάνει τη διαφορά είναι το Ύφος.Όπως το έχει τοποθετήσει και ο(αγαπημένος) Μπουκόφσκι:"Ύφος είναι η διαφορά,ένας τρόπος να κάνεις,ένας τρόπος να είσαι..".Η κοινή συνισταμένη όλων των σημαντικών,διαχρονικών καλλιτεχνών-κατά την ταπεινή μου άποψη.Τι θα ήταν ο(ανυπέρβλητα)μεγάλος Καβάφης χωρίς τον προσωπικό του,ιδιάζοντα και απαράμιλλο τρόπο έκφρασης;Δεν είναι άρρηκτα δεμένη η γλώσσα με το περιεχόμενο;
Χωρίς να επιθυμώ να κατηγορηθώ για ανούσιο φορμαλισμό και χωρίς να διαφωνώ με τον προβληματισμό που επισύρουν τα ερωτήματα που έχουν τεθεί επί του θέματος,ας μου επιτραπεί να σημειώσω τα κάτωθι:
1.Έλαβα υπό μορφής δώρου το πρώτο μου βιβλίο με διηγήματα του Παπαδιαμάντη στα δώδεκα.Το διάβασα στα 16(έχουν περάσει αρκετά χρόνια έκτοτε!).Το εκτίμησα δεόντως και μαγεύτικα εξίσου από τη μορφή όσο και από το περιεχόμενο.Δεν ήμουν παιδί-θαύμα..
2.Παραθέτω απόσπασμα λάτρη της ανάγνωσης:"Η ανάγνωση είναι μια τέχνη της απόλαυσης και ως τέχνη ασκείται από τους μυημένους.Αυτοί είναι οι τελευταίοι μιας φυλής που σήμερα απειλείται με εξαφάνιση.." Δυστυχώς,το πρόβλημα της ανάγνωσης είναι ευρύτερο και έχει τις ρίζες του στην αιωνίως προβληματική(από κάθε πλευρά) διάρθρωση της παιδείας στη βασική και μέση εκπαίδευση.Το πρόβλημα είναι οτι τα δεκαοκτάχρονα όχι μόνο δεν θα ασχοληθούν με τον Παπαδιαμάντη αλλά δεν θα ασχοληθούν με το διάβασμα γενικότερα.Αποτελεί ζήτημα στοιχειώδους παιδείας.Όσοι διαβάζουν,διαβάζουν άνετα και Παπαδιαμάντη.
3.Το πρόβλημα με τη μητρική γλώσσα των παιδιών που μεγαλώνουν στις μέρες μας συνίσταται κυρίως στο ότι η εν λόγω γλώσσα θυμίζει όλο και περισσότερο αταβιστικές περιόδους στην εξέλιξη της γλωσσικής ανθρώπινης έκφρασης!Διερωτώμαι λοιπόν,το ζήτημα είναι να ευτελίσουμε το επίπεδο της γλωσσικής μας κληρονομιάς υπονομεύοντας ταυτόχρονα και το επίπεδο του μέσου αναγνώστη, ή να αναβαθμίσουμε το επίπεδο της εκπαίδευσης ώστε η διαδικασία της ανάγνωσης να μεταβληθεί σε αξιέραστη απόλαυση- αν όχι σε λησμονημένη τέχνη;
Όσο για το θέμα του ύφους στη γραφή στο οποίο αναφέρθηκα παραπάνω,θεωρώ ότι αποτελεί μείζων πρόβλημα στην τέχνη γενικότερα στους χαλεπούς αυτούς καιρούς που διανύουμε και για τούτο άλλωστε και επέμεινα.

ΣΟΦΙΑ

8:59 AM  
Blogger Σελασφόρος said...

Καλωσορίσατε Σοφία στο πτωχικό μας βλόγιον!

Αγαπημένε μου Κυρουσγέοντα,
Σ’ ευχαριστώ και χαίρομαι που με τιμάς με την άποψή σου –προς στιγμήν νόμιζα ότι είχες θυμώσει με το μοντυπαϊθόνειο σουρεαλιστικό παραλήρημα που συμπλήρωνε αυτό του Ροδάνη στο βλόγιο σου, συγνώμη αν το παράκανα- και σπεύδω να απαντήσω στα ερωτήματα που θέτεις:
1) Σχεδόν κανείς δεκαοκτάχρονος δε θα αγγίξει το κείμενο στην πρωτότυπη μορφή του, αλλά ούτε και στην μεταφρασμένη! Σχεδόν κανείς δεκαοκτάχρονος δε θα ανοίξει οποιοδήποτε βιβλίο! Άρα τίθενται δύο ερωτήματα
Α)Αν υποθέσουμε ότι κάποιος δεκαοκτάχρονος αποφασίζει να το αγγίξει, μπορεί να το αντιμετωπίσει τις όποιες δυσκολίες του; Πιστεύω ακράδαντα πως ναι. Με εφόδιο τα στοιχειώδη αρχαία του σχολείου –δηλαδή τι στο καλό είναι η Δοτική και τι είναι αυτό το τις-τινός- μπορεί υπεράνετα να το αντιμετωπίσει. Εγώ για παράδειγμα, τυπικός πρωτοδεσμίτης μια χαρά τα καταφέρνω, ο Ροδάνης είναι μηχανικός –έτσι νομίζει, ο πτωχός!- και παιδιόθεν γνωρίζοντάς τον, ξέρω ότι δεν υπήρξε και ο πιο μελετηρός μαθητής, όμως διαβάζει και καταλαβαίνει άριστα, αν δε διαβάσεις τα σχόλια του στα προηγούμενα ποστ μου θα δεις ότι και γράφει μια χαρά στην παλιά γλώσσα. Το ίδιο και ο αδερφός μου –άνθρωπος που για πολλά χρόνια έγραφε το ‘και’ με έψιλον, ο οποίος υπήρξε σκράπας σε οποιοδήποτε φιλολογικό μάθημα στο σχολείο- διαβάζει άνετα και Παπαδιαμάντη, και Ροΐδη, και Μεταξά-Βοσπορίτη και Καβάφη και Βικέλα και Μωραϊτίδη και Επισκοπόπουλο και τα πάντα, να μη σου πω ότι ήρθα σε επαφή με τους μάστορες αυτούς από τα δικά του βιβλία... Και δύο φίλες μου, καθημερινοί άνθρωποι με πολύ μέτριες γνώσεις, όχι μόνο τα αντιμετωπίζουν αλλά και τα χαίρονται. Είμαι σίγουρος ότι και εσύ θα έχεις πολλά τέτοια δείγματα. Άρα η αντιμετώπιση ενός τέτοιου κειμένου δεν απαιτεί κάποια ειδική φιλολογική κατάρτιση –λογικό, δεν είναι και Όμηρος.
Β) Θα ήταν του ενδιαφέροντος τους να διαβάσουν κάτι τέτοιο; Αυτό είναι όμως άσχετο με το αν είναι στο πρωτότυπο ή στο μεταφρασμένο και έχει να κάνει μόνο με την παιδεία και την φιλομάθεια. Ως γνωστόν, ο μέσος 18χρονος δεν ενδιαφέρεται ούτε για τον Καμύ, τον Κάφκα, τον Ντοστογιέφσκι, ούτε και για τον Σπινόζα, τον Αριστοτέλη ή οτιδήποτε θέλεις να βάλεις αντ’ αυτών. Ούτε ο μέσος 30χρονος, ούτε ο μέσος 40άρης. Άρα γιατί να ενδιαφερθεί για τον Παπαδιαμάντη ή τον Ροΐδη, η ανάγνωση και κατανόησή τους προφανώς έχει κάποιες απαιτήσεις; Δυστυχώς μερικά πεδία της ανθρώπινης διάνοιας παρότι και αφορούν και είναι προσιτά σε όλους, τελικά αποτελούν αντικείμενο χαράς και μελέτης μόνο από μια περιορισμένη διοπτροφόρο ελίτ. Αυτό είναι το πρόβλημα και όχι η γλώσσα.
2) Ο Παπαδιαμάντης είναι σαφώς καλύτερος από τους περισσότερους σύγχρονους συγγραφείς. Φυσικά και θέλουμε να διαβαστεί, όχι μόνο αυτός αλλά και όλοι οι σημαντικοί, Έλληνες και ξένοι. Θα συμφωνήσεις μαζί μου στο ότι κάποιος ασχολείται με το διάβασμα, μπορεί να διαβάσει και Παπαδιαμάντη –ειδικά Παπαδιαμάντη, ο Ροίδης για παράδειγμα, είναι εκ προθέσεως αρκετά δυσκολότερος, θα υπάρξει σχετικό πόστ. Άρα το πρόβλημα και πάλι εστιάζεται στο “διαβάζειν” και όχι στο “Παπαδιαμαντικώς διαβάζειν”!
3)Η γλώσσα του Παπαδιαμάντη φυσικά και δεν είναι η μητρική γλώσσα των παιδιών που γεννήθηκαν την δεκαετία του ’80 αλλά και του ’70 (η δικιά μας γενιά), του ’60 και πήγαινε όσο θέλεις πίσω. Θα έπρεπε; Είναι απαραίτητο για να ασχοληθούν με κάτι τέτοιο; Ούτε τα αγγλικά είναι η μητρική τους γλώσσα αλλά τη μαθαίνουν. Η παλιά γλώσσα δεν είναι ίδια με τη μητρική τους/μας αλλά μοιάζει πολύ με την τωρινή, γιατί είναι η ίδια γλώσσα σε δύο διαφορετικές –αλλά χρονικά τόσο κοντινές- στιγμές της εξέλιξης της. Σε πιο απομακρυσμένες χρονικά στιγμές της εξέλιξης τα πράγματα είναι αναλογικά πιο δύσκολα: Τα ελληνικά του Κοραή είναι προσιτά, τα βυζαντινά λιγότερο, τα ελληνιστικά είναι ακόμα δυσκολότερα, η γλώσσα της εποχής Πλάτωνα και του Αριστοτέλη ακόμη περισσότερο, η δε Ομηρική είναι άθλος –όχι όμως ακατόρθωτος- να διαβαστούν. Άλλο όμως τρεις χιλιάδες χρόνια πίσω ή δύο χιλιάδες χρόνια, και άλλο εκατό-εκατό πενήντα χρόνια. Είναι το άμεσο χθες της γλώσσας.
Σημειωτέον: δε λατρεύω γενικώς τη παλιά γλώσσα αλλά συγκεκριμένους ανυπέρβλητους μάστορες. Η τωρινή γλώσσα είναι εξίσου εκπληκτικής δύναμης μέσα από την πένα των δεξιοτεχνών λογοτεχνών. Δεν είμαι φιλόλογος –δόξα τω Απόλλωνι– πράγμα που σημαίνει ότι ασχολούμαι με την παλιά γλώσσα από έρωτα και όχι από συνοικέσιο, σίγουρα όχι από διαστροφή. Είναι ελκυστικότατη και προσιτή. Δε χρειάζεται να σου αναλύσω ποια παράπλευρα οφέλη αποκομίζει κανείς από μια τέτοια επαφή, είσαι άριστος χρήστης της γλώσσας και δεινός μεταφραστής. Πάντως βαρέθηκα τα «μια επείγων δουλειά», «ένα ευγενή παιδί», «το ποσό θα εκπίψει» αλλά και τα εφιαλτικά «μπαίνει το ζήτημα» -άλλα ξέρω ότι μπαίνουν, όχι ζητήματα-, «θα ήθελα να σας γνωρίσουμε ότι αποφασίσαμε ότι μπλα μπλα» -και εμείς θα θέλαμε να σας γνωρίσουμε αλλά έλα που είστε καραγκιόζηδες- αντί του «γνωστοποιήσουμε», και άλλους βαρβαρισμούς. Ο απλός αναγνώστης έχει τη δυνατότητα, με ελάχιστη προσπάθεια. Θέλει όμως να μπει στη διαδικασία γενικώς του διαβάσματος; Εγώ πάντως θέτω τον εαυτό μου στις τάξεις των απλών αναγνωστών, και όχι από μετριοφροσύνη.
Επειδή μεταξύ άλλων είσαι αποδεδειγμένα πολύ καλός μουσικός και λάτρης των παλιών ασμάτων–δε έχω λόγο να κολακεύσω κανένα-, τι προτιμάς: τον Μεσσίαν του Χαινδέλου εις την ερμηνείαν του Κριστίου, του Ερεβέκιου, του Γαρδινερίου ή του Κοοπμάνου, μετά κωλομεγλυφάτων εκτελεστών και ειδικευμένων εις την παλαιάν μουσικήν συνόλων, με θεόρβας, βιόλας δα γάμβα, αρπίχορδα, λαούτα, φυσικάς δωδεκαπήχους τρομπέτας, ή εις την εκτέλεσιν –μετά χαριστικής βολής- του Ερβέρτου φον Καραγιάννου μετά της επτακοσαμελούς Φιλαρμονικής του Βερολίνου εν πλήρει αναπτύξει, μετά αηδώς εν είδει αιδοίων αδόντων αοιδών, μετά βοστρυχοειδών και εκτάσεως πέντε οκτάβων βιμπράτο; Ή ενδεχομένως εις την εκδοχήν του συνόλου με βαλαλάικας της Αγ. Πετρουπόλεως, ή ίσως εις την εκδοχή μετά ηλεκτρονικού συνθετητού (συνθεσάιζερ); Πάλι το ίδιο έργο ακούς, θα είναι και πιο προσιτό στις γκόμενες που ακούν –ήμαρτον Κύριε- Σπανουδάκιον. Δε θέλουμε να ακούγεται ο Händel περισσότερο; Προς τούτο να τον σοδομήσουμε;

12:21 PM  
Blogger cyrus said...

Αγαπητή Σοφία, ουδόλως διαφωνούμε. Το θέμα, όμως (και επιμένω σ' αυτό), είναι να αποφασίσουμε τι θέλουμε. Θέλουμε έναν Παπαδιαμάντη που θα διαβάζεται από φιλολόγους και άλλους λάτρεις της γλώσσας (υμών και ημών συμπεριαλμβανομένων) -- ή θέλουμε έναν Παπαδιάμάντη πιο προσιτό στον μέσο αναγνώστη; Δεν έχω κανένα πρόβλημα με την πρώτη επιλογή, αλλά να το πούμε ξεκάθαρα. Για όσους επιλέγουν το δεύτερο (υπάρχουν κι αυτοί), το συμπέρασμα είναι ότι πρέπει να "μεταφραστεί" ο Παπαδιαμάντης. Ας μην κρίνουμε εξ ιδίων τα αλλότρια. Κι εγώ διάβασα Παπαδιαμάντη και Σουρή σε πολύ μικρή ηλικία, καθώς είχαμε στο σπίτι τα άπαντα αμφοτέρων, αλλά το γεγονός ότι τους καταλάβαινα μια χαρά σίγουρα είχε σχέση με το ότι διάβαζα εφημερίδες ήδη από το 1972 -- εποχή κατά την οποία οι περισσότερες γράφονταν στην καθαρεύουσα. Τα παιδία της σήμερον ουδεμία σχέσιν έχουσι με το θέμα -- εκτός κι αν έχουν έφεση στα Αρχαία ή στη γλώσσα που χρησιμοποιείται στην εκκλησία (κ. οικοδεσπότα, παρακαλώ να μου βάλετε πιπέρι στο στόμα).


Αγαπητέ φορώντα τας σέλας

Εις την περίπτωσιν του Χαινδέλου, το κείμενον παραμένει το αυτόν. Το μόνον το οποίον μεταβάλλεται είναι η τούτου ερμηνεία. Γνωρίζετε τας προτιμήσεις μου, και γνωρίζετε πως απολαμβάνω τον Παπαδιαμάντην εις την πρωτότυπον εκδοχήν του. Απλώς, δηλώ ότι δεν δύναμαι να κατακεραυνώσω ούστινας βούλονται μεταφέρειν τα εκείνου κείμενα εις την τρέχουσαν καθ' ημάς μαλλιαρήν.

Τα σκεύη μου.

3:51 PM  
Blogger cyrus said...

Ο δαίμων ξαναχτύπησε, και πιο πάνω έχω γράψει "συμπεριαλμβανομένων".

Ζητώ ταπεινά συγγνώμην, αν και ο οικοδεσπότης θα έπρεπε να έχει φροντίσει ώστε να μην κυκλοφορούν καλικαντζάρια εδώ μέσα...

3:53 PM  
Blogger Σελασφόρος said...

Αγαπητέ Κυρουσγέοντα (ή Γεώκυρε κατά Ροδάνη),
εννοείται ότι εσύ διαβάζεις από το πρωτότυπο. Με την αναφορά στον Χαινδέλον κλπ κλπ απλά προσπαθώ να αποτανθώ στον καλό μουσικό και όχι στον καλό μεταφραστή! Ίσως εξ'επαγγέλματος να έχεις εξοικειωθεί με τη γενικότερη λογική της μετάφρασης. Ούτε εγώ σκέφτομαι να κατακεραυνώσω τους μεταφράζοντες τους παλιούς, απλά προσπαθώ να πείσω ότι δεν χρειάζεται καν μετάφραση, είναι προσιτά και έτσι. Βρε παιδιά, πάλι ελληνικά είναι, όχι σουαχίλι!
Τώρα που τα λέμε, ξέρεις πόσες πανάθλιες μεταφράσεις κυκλοφορούν. Ο Π μου είχε στείλει τις προάλλες ένα κείμενο του Σαραντάκου -δε μου έδωσε δυστυχώς τη ηλ. διεύθυνση- όπου ο γράφων μεταξύ άλλων σχολίαζε την επιεικώς μέτρια μετάφραση της Πάππισας Ιωάννας (συνεκδοθείσης ομού μετά φυλλάδος).

Το ταπεινό σας φέρον σέλας και κέρας υποζύγιον.

5:02 PM  
Blogger Π said...

Mε ξένισε η τελευταία παράγραφος, που φαίνεται να μας προτρέπει σε αυτό που όλο το υπόλοιπο κείμενο υποστηρίζει ότι θα ήταν κρίμα να γίνει. Θα προτιμούσα να ήταν διαφορετικά διατυπωμένη, με τρόπο δηλαδή που να δείχνει ότι είναι πρόσκληση προς πείραμα που θα αποδείκνυε το άτοπο του εγχειρήματος. Παρότι και εγώ διαφωνώ κάθετα με τη μετάφραση τέτοιων κειμένων (είπα π.χ. τι λέτε που θα μεταφράσω τον «ελεεινό φελλό»), και παρότι μου ήταν προκαταβολικά σαφές το συμπέρασμα, το έκανα το πείραμα (αρνούμαι να δείξω τα αποτελέσματα). Όποιος το κάνει θα διαπιστώσει εύκολα, πέρα από τις δυσκολίες, ότι μένουν τα εξιστορούμενα αλλά μας έχει αποχαιρετήσει ο Παπαδιαμάντης, γιατί μας έχει αποχαιρετήσει το ύφος.

Για το λόγο αυτό νομίζω πως είναι πολύ πιο συναφής από ότι μπορεί να φαίνεται αρχικά η αναλογία με τις κακές εκτελέσεις του Mεσσία: αυτό που λείπει από αυτές είναι ακριβώς το ύφος του συνθέτη. Δεν συμφωνώ με το ότι σε τέτοιες εκτελέσεις «το κείμενον παραμένει το αυτόν», που λέει ο cyrusgeo, γιατί υπάρχει μιά θεμελιώδης διαφορά: στην περίπτωση ενός λογοτεχνήματος το κείμενο είναι το έργο, ενώ στην περίπτωση της μουσικής το 'κείμενο', η παρτιτούρα δηλαδή, δεν είναι το έργο αλλά μόνον οι (ορθά ή όχι αποκρυπτογραφούμενες) οδηγίες για την αναδημιουργία του. Oι εκτελέσεις των ανειδίκευτων αποτελούν εσφαλμένη αποκρυπτογράφηση, γιατί αγνοούν τον κώδικα, με αποτέλεσμα να μην αποδίδουν το ύφος και τις προθέσεις του δημιουργού. Έτσι προκύπτει εικόνα του έργου αναγνωρίσιμη μεν, παραμορφωμένη δε - ακριβώς όπως με μιά άστοχη μετάφραση.

7:31 PM  
Blogger Σελασφόρος said...

Αγαπημένε μου Π,

στο ποστ υποστηρίζεται το ότι δεν απαιτείται και δεν επιτρέπεται να μεταφράζονται αυτά τα κείμενα.

Όπως κατάλαβες, η τελευταία παράγραφος είναι προφανώς κάτι μεταξύ καλαμπουριού και παγίδας -γνωρίζεις το χιούμορ μου: Αν κάποιος μπορεί να το διαιαθανθεί, έχει καλώς, αλλιώς δεν έχει παρά να επιχειρήσει μια μετάφραση -αυτό δεν αποτελεί υπαναχώρηση: θα γελάσει και το ποικιλόχρουν ερίφιον! Είναι -ών 12ετές παιδίον- σαν να προκαλείς χαμογελώντας τους φίλους σου να ακουμπήσουν τους πόλους 12βολτης μπαταρίας στη γλώσσα τους, διαβεβαιώνοντάς τους ότι είναι ανώδυνο! Τα δύο αποσπάσματα από τα "Ναυαγίων Ναυάγια" που παραθέτω δεν είναι τυχαίο δείγμα. Όποιος νομίζει ότι έχει τα κότσια να μεταφράσει -χωρίς να χαθεί το ύφος, η μουσική κλπ κλπ- ας κοπιάσει. Αλλιώς, ξέρω και γω...

4:51 AM  
Blogger Π said...

Yστερόγραφο: επιπλέον θα πρότεινα ότι το να βάζουμε στο στόμα των Παπαδιαμάντηδων άλλα ελληνικά αντί για τα δικά τους είναι πιο σωστό (και πιο ενδεικτικό για τη ζημιά που προκύπτει) να ονομάζεται όχι 'μετάφραση' αλλά 'μεταγλώττιση'.

6:49 AM  
Anonymous Anonymous said...

Φίλτατοι, υπάρχει κανείς που δεν θεωρεί απαράδεκτο το γεγονός ότι ένα συντριπτικό ποσοστό απόφοιτων λυκείου λαμβάνει απολυτήριο αγνοώντας θεμελιώδεις κανόνες γραμματικής και συντακτικού;
Διένυσα τα σχολικά μου χρόνια την εποχή του μονοτονικού και τη χρονιά που έλαβα το απολυτήριό μου, το 95% των συμμαθητών μου μετά βίας υπερέβαινε τη βάση στο μάθημα της έκθεσης ιδεών. Η δε αναφορά του ονόματος ‘Παπαδιαμάντης’ ανάμεσά τους πιθανότατα να παρέπεμπε στο νέο παπά της ενορίας, επ’ ουδενί σε ημέτερο λογοτέχνη..
Στη μικράν, πλην ηρωική, νήσον όπου είχα την τύχη(;) να ανατραφώ, δεν υπήρχε διαθέσιμη όχι οικογενειακή αλλά ούτε καν δημόσια βιβλιοθήκη! Υπήρχε μόνο μια στοιχειώδης σχολική και ένα υποτυπώδες βιβλιοπωλείο, το οποίο κάποια στιγμή δημιουργήθηκε μέσα στο κατάστημα του τοπικού εφημεριδοπωλείου.
Εξακολουθώ λοιπόν να επιμένω: ο Παπαδιαμάντης μπορεί και πρέπει να διαβάζεται στο πρωτότυπο. Όχι βέβαια από διάθεση σνομπισμού, αλλά ακριβώς από πλήρη έλλειψη τέτοιου.

ΣΟΦΙΑ

4:00 AM  
Anonymous Anonymous said...

Επληροφορήθην ότι αναφερθήκατε εις το πρόσωπον μου κε απαντώ ως οφείλω εις τα ανυπόστατα κε κατασυκοφαντικά σχόλιά σας. Δεν θα μακρυγορήσω όμως καθότι δεν έχω χρόνο δια συζητήσεις του καφεποτείου ως οι αργόσχολοι κάτοικοι των μακαρίων αττικών πεδίων.

Αν ενθυμείστε, παλαιόθεν ευρίσκοντο διάσπαρτα εντός της ημετέρας οικίας πλείστα όσα αντικείμενα, διακεκοσμημένα με τας θαυμαστάς του "Μποστ" ρήσεις. Παιδιόθεν λοιπόν υπήρξα φανατικός θαυμαστής της "Μποστικής" ορθογραφίας, κε ουχί "σκράπας" όπως με καθυβρίζετε.

Σας ανταποδίδω λοιπόν τας φιλοφρονήσεις, κε επιφυλάσσομαι δια γαλαντόμους χειρονομίας (σπασάκια, αυτουλάκια κλπ) εις το εγγύς μέλλον...

(Πρώτα βγαίνει η ψυχή κε μετά το κουσούρι!)

3:16 AM  
Blogger Σελασφόρος said...

Αγαπημένε μου, διάγοντα εν εσπερία, αδελφούλη,

είναι σαφές ότι εσύ μου φέρθηκες ως αδελφός, ενώ εγώ σου φέρθηκα ως αδελφή. Μετανοών, θα δεχθώ σπασάκια, αυτουλάκια κε κολωνάτα όχι μόνο με χριστιανική υπομονή αλλά κε με ηδεία ανακούφιση.
Πάντως, αν δεν με είχες μυήσει εσύ παροτρύνοντάς με να διαβάσω Μεταξά-Βοσπορίτη κλπ κλπ, δεν θα είχα ασχοληθεί ποτέ με τους μάστορες, κε δεν θα έπρηζα τους πενιχρούς σας γεννετήσιους αδένες με τις εξυπνάδες μου!
Επί τη ευκαιρία, προμηθεύτηκες σανίδα του σερφ και λουλουδάτο υποκάμισον; Ο Ειρηνικός σε περιμένει!

4:49 AM  

Post a Comment

<< Home